Λόγω του ότι το αρχαιοελληνικό όνομα που έλβα είναι Αμφιάραος, θεώρησα σωστό και πρέπον να διαδώσω λίγα λόγια γι' αυτήν την εξαίρετη προσωπικότητα.
Ο Αμφιάραος, ήταν ένας από τους επιφανέστερους Έλληνες ήρωες. Γιος του Οικλή και εγγονός του Μελάμποδα (Παυσανίας, ΣΤ΄ 17,6), από τον οποίο και κληρονόμησε την τέχνη της μαντικής, όπως και άλλες γνώσεις, Ιατρικής και Φαρμακολογίας. Λόγω της ικανότητάς του στην μαντική, κάποιοι ημιθεοποίησαν τον Αμφιάραο, λέγοντας ότι ήταν γιος του θεού Απόλλωνα και της Υπερμνήστρας ή της Κλυταιμνήστρας. Ωστόσο, η αγάπη του Απόλλωνα για τον ιερέα του, έμελλε να αποδειχθεί περίτρανα όταν με την επέμβαση του Διός, τον έκρυψε από τους κυνηγούς του, όπως θα δούμε παρακάτω.
Ο Αμφιάραος πήρε για σύζυγό του την Εριφύλη, αδελφή του Αδράστου, τον οποίο προηγουμένως είχε εκδιώξει από το Άργος στη Σικυώνα, και έτσι συμφιλιώθηκε μαζί του με τη συμφωνία να επιλύουν στο εξής τις διαφορές τους με τη διαιτησία της Εριφύλης. Ο Αμφιάραος και η Εριφύλη απέκτησαν δύο γιους, τον Αλκμέωνα και τον Αμφίλοχο, και δύο κόρες, την Ευρυδίκη και τη Δημώνασσα. Ο ποιητής Άσιος προσθέτει και την Αλκμήνη (Παυσ. Ε 17,8).
Με την άφιξη του καταδιωγμένου από τη Θήβα Πολυνείκη στο Άργος και τις επίμονες παρακλήσεις του να τον βοηθήσει να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του ως βασιλιάς, ο Άδραστος αποφάσισε να στηρίξει τη δίκαιη αξίωσή του. Σε αυτή την απόφαση ο Αμφιάραος εναντιώθηκε από την πρώτη στιγμή και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εκστρατεία, καθώς ως γνώστης της μαντικής ήξερε ότι από όσους θα λάβαιναν μέρος στην εκστρατεία εκείνη μόνο ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός. Κατέφυγαν λοιπόν κατά τη συμφωνία τους στη διαιτησία της Εριφύλης, η οποία δέχθηκε την άποψη του αδελφού της και παρότρυνε τον σύζυγό της να εκστρατεύσει μαζί με τους υπόλοιπους, για να αποκτήσει δόξα και τιμή. Ο Αμφιάραος αναγκάσθηκε τότε χωρίς τη θέλησή του να ακολουθήσει τους άλλους στην εκστρατεία που έγινε γνωστή ως οι «Επτά επί Θήβας». Η Εριφύλη όμως είχε πάρει το μέρος του αδελφού της όχι από αντικειμενική κρίση, αλλά επειδή είχε δωροδοκηθεί από τον Πολυνείκη με το περιδέραιο της Αρμονίας. Τόσο το περιδέραιο αυτό όσο και ο πέπλος ήταν πολύτιμα δώρα που είχαν δωρίσει οι θεοί στην Αρμονία κατά τους γάμους της και τα είχε κληρονομήσει από τη μητέρα του ο Πολυνείκης. Γνωρίζοντας τα πάντα ο Αμφιάραος ως μάντης, άφησε φεύγοντας για τον μοιραίο πόλεμο σκληρή εντολή στα παιδιά του: όταν μεγαλώσουν να σκοτώσουν τη μητέρα τους γιατί τον είχε στείλει σε βέβαιο θάνατο επειδή είχε θαμπωθεί από ύποπτα δώρα. Ο Απολλόδωρος πάντως (Γ 7, 2 και 5) ισχυρίζεται ότι ο Αλκμέωνας και ο Αμφίλοχος σκότωσαν τη μητέρα τους μετά από σχετική εντολή του θεού Απόλλωνα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Αμφιάραος είχε κρυφτεί αλλά η Εριφύλη τον πρόδωσε στον Άδραστο, οπότε αυτός υποχρεώθηκε να τον ακολουθήσει.
Φθάνοντας στη Θήβα, οι επτά παρατάχθηκαν με τις δυνάμεις τους μπροστά στις ισάριθμες πύλες της πόλεως. Ο Αμφιάραος παρατάχθηκε και πολεμούσε μπροστά από τις Ομολωίδες ή Προιτίδες πύλες. Παρόλη την ορμή και τη γενναιότητά τους, οι πολιορκητές δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν την πόλη, γιατί αυτή ήταν η απόφαση του Δία ύστερα από την αυθόρμητη θυσία του Μενοικέως στον Άρη και τις καυχησιολογίες του Καπανέως. Στο τέλος λοιπόν, αφού σκοτώθηκαν σε μονομαχία τα δύο αδέλφια Ετεοκλής και Πολυνείκης, οι πολιορκητές τράπηκαν σε φυγή, αφού σκοτώθηκαν στη μάχη όλοι οι επικεφαλής εκτός από τον Άδραστο.
Ο Αμφιάραος κατά την υποχώρησή του μετά την ήττα καταδιωκόταν από τον Θηβαίο Πολυκλύμενο, γιο του θεού Ποσειδώνα, που θα τον σκότωνε ή θα τον πλήγωνε, πράγμα λυπηρό και υποτιμητικό για μια ηρωική φυσιογνωμία όπως τον Αμφιάραο. Ο Απόλλωνας σκέφτηκε με πόνο τον Αμφιάραο, και ζήτησε από τον Δία να τον βοηθήσει. Ο Δίας λοιπόν πάλι, θέλοντας να αποτρέψει αυτό το πεπρωμένο αλλά και να εξυπηρετήσει την δίκαιη απαίτηση του Απόλλωνος, έριξε κεραυνό που άνοιξε στη γη ένα μεγάλο χάσμα. Το χάσμα αυτό κατάπιε τον Αμφιάραο, τον ηνίοχό του Βάτωνα, το άρμα τους και το άλογό τους, και εμφανίστηκαν στον Ωρωπό. Στη συνέχεια ο Δίας έκανε τον ήρωα αθάνατο, και οι αρχαίοι Έλληνες τον λάτρευαν από τότε ως θεό. Το χάσμα που τον κατάπιε το τοποθετούσαν αρχικώς μεν κοντά στον ποταμό της Θήβας Ισμηνό, αργότερα δε, όταν διαδόθηκε η λατρεία του Αμφιαράου, σε πολλά άλλα μέρη, τα οποία διεκδικούσαν την τιμή αυτή. Λεγόταν ότι στον τόπο που ανοίχθηκε το χάσμα κτίσθηκε αργότερα ένας περίβολος με κολώνες στις οποίες ποτέ δεν πήγαιναν να καθίσουν πουλιά και τα ζώα απέφευγαν να βοσκήσουν εκεί.
Ο Άδραστος θρήνησε απαρηγόρητα τον χαμό του γαμβρού του, όπως υμνεί ο Πίνδαρος (Ολυμπιόν. VI 34). Αλλά και όλοι οι άλλοι αρχαίοι ποιητές που εμπνεύσθηκαν από αυτήν την ιστορία, ανέφεραν με πολλή εκτίμηση και σεβασμό το όνομα του Αμφιαράου. Σώζεται η παράδοση ότι, κάποτε που ο Αισχύλος υμνούσε τον Αμφιάραο σε μια τραγωδία του, όλοι ανεξαιρέτως οι θεατές έστρεψαν αυθόρμητα το βλέμμα τους στον παριστάμενο Αριστείδη τον Δίκαιο.
Μετά τη θεοποίηση του Αμφιαράου, πολλές πόλεις διεκδικούσαν την καταγωγή του, υπερίσχυσε ωστόσο τελικώς η Θήβα. Ο Αμφιάραος είχε πολλά ιερά, με τα γνωστότερα να φιλοξενούνται στο Άργος, στη Σπάρτη, στο Βυζάντιο, στη Θήβα και στον Ωρωπό. Σε μεταγενέστερους ιστορίες, ο ήρωας εμφανίζεται να παίρνει μέρος και στην Αργοναυτική εκστρατεία (Απολλώνιος, Ι 9, 16) ή στο κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου (Παυσανίας Θ΄ 45, 7). Τέλος, ως ένας από τους συμμετέχοντες στα «άθλα επί Πελία» (βλ. Πελίας).
Ο Αμφιάραος λατρεύθηκε ακόμα και ως ιατρός, και μάλιστα ως «δεύτερος Ασκληπιός». Η φήμη του ως μάντη είχε υπερβεί τα όρια της Ελλάδας και έφθανε μέχρι τη Λυδία, αφού ο Ηρόδοτος αναφέρει (Α 46) πως είχαν καταφύγει στο χρηστήριό του οι πρέσβεις του βασιλιά των Λυδών Κροίσου για να τον συμβουλευθούν αν έπρεπε ο Κροίσος να εκστρατεύσει κατά των Περσών.
Αμφιαράειο Ωρωπού.
Στην Ιλιάδα η περιοχή του Ωρωπού ονομαζόταν Γραία. Ο Θουκυδίδης ταυτίζει την Ωρωπία με την Γραία. Από την ονομασία Γραία και του κατοίκους της Γραίους παράγεται το Graeci που πρωτοχρησιμοποιήθηκε στην Κάτω Ιταλία και δηλώνει τους Έλληνες .
Ο Ωρωπός ήταν ανεξάρτητο κρατίδιο και ιδρύθηκε τα προϊστορικά χρόνια, πριν από την ίδρυση της Ερέτριας, αργότερα έπεσε στην κυριαρχία της Ερέτριας και μετά στην κατοχή της Αθήνας πιθανότατα το 506 μ.χ. Οι κάτοικοι του Ωρωπού γίνονται υπήκοοι των Αθηναίων αλλά όχι Αθηναίοι με Αθηναίο διοικητή.
Γεγονός μεγάλο για τον Ωρωπό υπήρξε η ίδρυση του Αμφιαραείου στο τέλος του 5ου π.χ. αιώνα. Κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Βιωτοί αποσπούν των Ωρωπό από τους Αθηναίους. Εν συνεχεία τον καταλαμβάνουν οι Θηβαίοι με οι Αθηναίοι πόλη και τελικά των Ελευθεριατών.
Τότε αρχίζει η μεγάλη ανάπτυξη του Αμφιαραέιου, η ακτινοβολία του και η φήμη του απλώνεται όχι μόνο στον Ελλαδικό χώρο αλλά και στον βαρβαρικό. Καίγονται κτίρια στήνονται αγάλματα, θέατρο, λουτρά κ.λ.π. Θεσπίζονται να γίνονται κάθε χρόνο τα μικρά Αμφιάρεια, κάθε 5 χρόνια τα μεγάλα Αμφιάρεια όπου τελούνται γυμνικοί αγώνες αντάξιοι των Δελφικών ή των Ίσθμιων, ποτέ όμως δεν φθάνουν την αίγλη των Ολυμπιακών Αγώνων.
Μετά την μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.χ. ο Φίλιππος ο Μακεδών παραχωρεί τον Ωρωπό στους Αθηναίους όπου γνωρίζει νέα ακμή. Στο ιερό γίνονται γιορτές και προσφέρονται αφιερώματα στον Αμφιάραο. Ο Δημήτριος ο πολιορκητής καθιστά τον Ωρωπό ανεξάρτητο, αναπτύσσεται το μαντείο αλλά και το θεραπευτήριο, επίσης το ονειρομαντείο όπου αποκαλύπτεται ο τρόπος θεραπείας του ασθενούς, μέσα από το όνειρο παρουσιάζεται ο Αμφιάραος δίνει εντολές θεραπευτικές αλλά και συμβουλές διαιτητικές προς τον ασθενή. Στο Μαντείο δίνονται χρησμοί όπου προστρέχουν από όλα τα μέρη της Ελλάδος αλλά και από τις βαρβαρικές χώρες. Τούτο φαίνεται από τα αφιερώματα που βρέθηκαν κοντά στις ανασκαφές. Γίνονται χειρουργικές επεμβάσεις, αναφέρονται και απεικονίζονται σε γλυπτό, χρήση φιδιών για θεραπευτικούς λόγους, λαμβάνουν χώρα λουτροθεραπείες, φυτοθεραπείες, χρήση ελλέβορου για ελλεβοριασμούς.
Αναπτύσσεται το στάδιο και το θέατρο όπου γίνονται θεατρικές παραστάσεις και ποιητικοί αγώνες, παίζονται έργα διασήμων Ελλήνων δραματουργών Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αισχύλου. Με την Ρωμαιοκρατία 146 π.χ. βουβαμάρα πέφτει εκεί που υπήρχε ζωή και δράση, τιμητικά ψηφίσματα δεν γράφονται, παντού λιβανίζονται οι ρωμαίοι αυτοκράτορες και οι στρατηγοί. Αγάλματα αφιερώνονται τώρα σ’αυτούς και όχι σε έλληνες επιφανείς φιλόσοφους και ποιητές.
Αργότερα, όταν εγκαταλείφθηκε η θρησκεία του Αμφιαράου, το Αμφιάραειο οδηγείται στην αφάνεια. Χωμένο μέσα σε δένδρα και θάμνους και μη έχοντας πόρους συντήρησης και στήριξης μαραζώνει τελειωτικά, αλλά εκτός από αυτό και μια άλλη φοβερή μάστιγα επίκαιρη και στα χρόνια μας επιδρά στον αφανισμό του Αμφιαρείου το αραίωμα του πληθυσμού της Ελλάδας, η ολιγανδρία. Ο Πλούταρχος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στις μέρες του μπορούσε κανείς να περπατάει ώρες ολόκληρες στην Βοιωτία χωρίς να συναντά ψυχή αλλά που και που κανένα βοσκό.
Η φύση παίρνει την εκδίκηση της και επανέρχεται δριμύτερη μη ξεχωρίζοντας την θετική επέμβαση του ανθρώπου από την αρνητική. Εκεί που ο άνθρωπος είχε επέμβει δημιουργικά καλύπτει τα πάντα με πλούσια βλάστηση που πλημμυρίζει το ιερό όπου λατρευτική ο Αμφιάραος , ο ήρωας, ο θεός, ο θεραπευτής, ο μάντης, ο πιο σεβαστός και ευγενής άνδρας μεταξύ των Ελλήνων.
Ο Αμφιάραος επί τέθριπου, έμπροσθεν της συζύγου του Εριφύλης. |
Ο Αμφιάραος πήρε για σύζυγό του την Εριφύλη, αδελφή του Αδράστου, τον οποίο προηγουμένως είχε εκδιώξει από το Άργος στη Σικυώνα, και έτσι συμφιλιώθηκε μαζί του με τη συμφωνία να επιλύουν στο εξής τις διαφορές τους με τη διαιτησία της Εριφύλης. Ο Αμφιάραος και η Εριφύλη απέκτησαν δύο γιους, τον Αλκμέωνα και τον Αμφίλοχο, και δύο κόρες, την Ευρυδίκη και τη Δημώνασσα. Ο ποιητής Άσιος προσθέτει και την Αλκμήνη (Παυσ. Ε 17,8).
Με την άφιξη του καταδιωγμένου από τη Θήβα Πολυνείκη στο Άργος και τις επίμονες παρακλήσεις του να τον βοηθήσει να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του ως βασιλιάς, ο Άδραστος αποφάσισε να στηρίξει τη δίκαιη αξίωσή του. Σε αυτή την απόφαση ο Αμφιάραος εναντιώθηκε από την πρώτη στιγμή και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εκστρατεία, καθώς ως γνώστης της μαντικής ήξερε ότι από όσους θα λάβαιναν μέρος στην εκστρατεία εκείνη μόνο ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός. Κατέφυγαν λοιπόν κατά τη συμφωνία τους στη διαιτησία της Εριφύλης, η οποία δέχθηκε την άποψη του αδελφού της και παρότρυνε τον σύζυγό της να εκστρατεύσει μαζί με τους υπόλοιπους, για να αποκτήσει δόξα και τιμή. Ο Αμφιάραος αναγκάσθηκε τότε χωρίς τη θέλησή του να ακολουθήσει τους άλλους στην εκστρατεία που έγινε γνωστή ως οι «Επτά επί Θήβας». Η Εριφύλη όμως είχε πάρει το μέρος του αδελφού της όχι από αντικειμενική κρίση, αλλά επειδή είχε δωροδοκηθεί από τον Πολυνείκη με το περιδέραιο της Αρμονίας. Τόσο το περιδέραιο αυτό όσο και ο πέπλος ήταν πολύτιμα δώρα που είχαν δωρίσει οι θεοί στην Αρμονία κατά τους γάμους της και τα είχε κληρονομήσει από τη μητέρα του ο Πολυνείκης. Γνωρίζοντας τα πάντα ο Αμφιάραος ως μάντης, άφησε φεύγοντας για τον μοιραίο πόλεμο σκληρή εντολή στα παιδιά του: όταν μεγαλώσουν να σκοτώσουν τη μητέρα τους γιατί τον είχε στείλει σε βέβαιο θάνατο επειδή είχε θαμπωθεί από ύποπτα δώρα. Ο Απολλόδωρος πάντως (Γ 7, 2 και 5) ισχυρίζεται ότι ο Αλκμέωνας και ο Αμφίλοχος σκότωσαν τη μητέρα τους μετά από σχετική εντολή του θεού Απόλλωνα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Αμφιάραος είχε κρυφτεί αλλά η Εριφύλη τον πρόδωσε στον Άδραστο, οπότε αυτός υποχρεώθηκε να τον ακολουθήσει.
Φθάνοντας στη Θήβα, οι επτά παρατάχθηκαν με τις δυνάμεις τους μπροστά στις ισάριθμες πύλες της πόλεως. Ο Αμφιάραος παρατάχθηκε και πολεμούσε μπροστά από τις Ομολωίδες ή Προιτίδες πύλες. Παρόλη την ορμή και τη γενναιότητά τους, οι πολιορκητές δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν την πόλη, γιατί αυτή ήταν η απόφαση του Δία ύστερα από την αυθόρμητη θυσία του Μενοικέως στον Άρη και τις καυχησιολογίες του Καπανέως. Στο τέλος λοιπόν, αφού σκοτώθηκαν σε μονομαχία τα δύο αδέλφια Ετεοκλής και Πολυνείκης, οι πολιορκητές τράπηκαν σε φυγή, αφού σκοτώθηκαν στη μάχη όλοι οι επικεφαλής εκτός από τον Άδραστο.
Ο Αμφιάραος κατά την υποχώρησή του μετά την ήττα καταδιωκόταν από τον Θηβαίο Πολυκλύμενο, γιο του θεού Ποσειδώνα, που θα τον σκότωνε ή θα τον πλήγωνε, πράγμα λυπηρό και υποτιμητικό για μια ηρωική φυσιογνωμία όπως τον Αμφιάραο. Ο Απόλλωνας σκέφτηκε με πόνο τον Αμφιάραο, και ζήτησε από τον Δία να τον βοηθήσει. Ο Δίας λοιπόν πάλι, θέλοντας να αποτρέψει αυτό το πεπρωμένο αλλά και να εξυπηρετήσει την δίκαιη απαίτηση του Απόλλωνος, έριξε κεραυνό που άνοιξε στη γη ένα μεγάλο χάσμα. Το χάσμα αυτό κατάπιε τον Αμφιάραο, τον ηνίοχό του Βάτωνα, το άρμα τους και το άλογό τους, και εμφανίστηκαν στον Ωρωπό. Στη συνέχεια ο Δίας έκανε τον ήρωα αθάνατο, και οι αρχαίοι Έλληνες τον λάτρευαν από τότε ως θεό. Το χάσμα που τον κατάπιε το τοποθετούσαν αρχικώς μεν κοντά στον ποταμό της Θήβας Ισμηνό, αργότερα δε, όταν διαδόθηκε η λατρεία του Αμφιαράου, σε πολλά άλλα μέρη, τα οποία διεκδικούσαν την τιμή αυτή. Λεγόταν ότι στον τόπο που ανοίχθηκε το χάσμα κτίσθηκε αργότερα ένας περίβολος με κολώνες στις οποίες ποτέ δεν πήγαιναν να καθίσουν πουλιά και τα ζώα απέφευγαν να βοσκήσουν εκεί.
Ο Άδραστος θρήνησε απαρηγόρητα τον χαμό του γαμβρού του, όπως υμνεί ο Πίνδαρος (Ολυμπιόν. VI 34). Αλλά και όλοι οι άλλοι αρχαίοι ποιητές που εμπνεύσθηκαν από αυτήν την ιστορία, ανέφεραν με πολλή εκτίμηση και σεβασμό το όνομα του Αμφιαράου. Σώζεται η παράδοση ότι, κάποτε που ο Αισχύλος υμνούσε τον Αμφιάραο σε μια τραγωδία του, όλοι ανεξαιρέτως οι θεατές έστρεψαν αυθόρμητα το βλέμμα τους στον παριστάμενο Αριστείδη τον Δίκαιο.
Μετά τη θεοποίηση του Αμφιαράου, πολλές πόλεις διεκδικούσαν την καταγωγή του, υπερίσχυσε ωστόσο τελικώς η Θήβα. Ο Αμφιάραος είχε πολλά ιερά, με τα γνωστότερα να φιλοξενούνται στο Άργος, στη Σπάρτη, στο Βυζάντιο, στη Θήβα και στον Ωρωπό. Σε μεταγενέστερους ιστορίες, ο ήρωας εμφανίζεται να παίρνει μέρος και στην Αργοναυτική εκστρατεία (Απολλώνιος, Ι 9, 16) ή στο κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου (Παυσανίας Θ΄ 45, 7). Τέλος, ως ένας από τους συμμετέχοντες στα «άθλα επί Πελία» (βλ. Πελίας).
Ο Αμφιάραος λατρεύθηκε ακόμα και ως ιατρός, και μάλιστα ως «δεύτερος Ασκληπιός». Η φήμη του ως μάντη είχε υπερβεί τα όρια της Ελλάδας και έφθανε μέχρι τη Λυδία, αφού ο Ηρόδοτος αναφέρει (Α 46) πως είχαν καταφύγει στο χρηστήριό του οι πρέσβεις του βασιλιά των Λυδών Κροίσου για να τον συμβουλευθούν αν έπρεπε ο Κροίσος να εκστρατεύσει κατά των Περσών.
Αμφιαράειο Ωρωπού.
Στην Ιλιάδα η περιοχή του Ωρωπού ονομαζόταν Γραία. Ο Θουκυδίδης ταυτίζει την Ωρωπία με την Γραία. Από την ονομασία Γραία και του κατοίκους της Γραίους παράγεται το Graeci που πρωτοχρησιμοποιήθηκε στην Κάτω Ιταλία και δηλώνει τους Έλληνες .
Ο Ωρωπός ήταν ανεξάρτητο κρατίδιο και ιδρύθηκε τα προϊστορικά χρόνια, πριν από την ίδρυση της Ερέτριας, αργότερα έπεσε στην κυριαρχία της Ερέτριας και μετά στην κατοχή της Αθήνας πιθανότατα το 506 μ.χ. Οι κάτοικοι του Ωρωπού γίνονται υπήκοοι των Αθηναίων αλλά όχι Αθηναίοι με Αθηναίο διοικητή.
Γεγονός μεγάλο για τον Ωρωπό υπήρξε η ίδρυση του Αμφιαραείου στο τέλος του 5ου π.χ. αιώνα. Κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Βιωτοί αποσπούν των Ωρωπό από τους Αθηναίους. Εν συνεχεία τον καταλαμβάνουν οι Θηβαίοι με οι Αθηναίοι πόλη και τελικά των Ελευθεριατών.
Τότε αρχίζει η μεγάλη ανάπτυξη του Αμφιαραέιου, η ακτινοβολία του και η φήμη του απλώνεται όχι μόνο στον Ελλαδικό χώρο αλλά και στον βαρβαρικό. Καίγονται κτίρια στήνονται αγάλματα, θέατρο, λουτρά κ.λ.π. Θεσπίζονται να γίνονται κάθε χρόνο τα μικρά Αμφιάρεια, κάθε 5 χρόνια τα μεγάλα Αμφιάρεια όπου τελούνται γυμνικοί αγώνες αντάξιοι των Δελφικών ή των Ίσθμιων, ποτέ όμως δεν φθάνουν την αίγλη των Ολυμπιακών Αγώνων.
Μετά την μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.χ. ο Φίλιππος ο Μακεδών παραχωρεί τον Ωρωπό στους Αθηναίους όπου γνωρίζει νέα ακμή. Στο ιερό γίνονται γιορτές και προσφέρονται αφιερώματα στον Αμφιάραο. Ο Δημήτριος ο πολιορκητής καθιστά τον Ωρωπό ανεξάρτητο, αναπτύσσεται το μαντείο αλλά και το θεραπευτήριο, επίσης το ονειρομαντείο όπου αποκαλύπτεται ο τρόπος θεραπείας του ασθενούς, μέσα από το όνειρο παρουσιάζεται ο Αμφιάραος δίνει εντολές θεραπευτικές αλλά και συμβουλές διαιτητικές προς τον ασθενή. Στο Μαντείο δίνονται χρησμοί όπου προστρέχουν από όλα τα μέρη της Ελλάδος αλλά και από τις βαρβαρικές χώρες. Τούτο φαίνεται από τα αφιερώματα που βρέθηκαν κοντά στις ανασκαφές. Γίνονται χειρουργικές επεμβάσεις, αναφέρονται και απεικονίζονται σε γλυπτό, χρήση φιδιών για θεραπευτικούς λόγους, λαμβάνουν χώρα λουτροθεραπείες, φυτοθεραπείες, χρήση ελλέβορου για ελλεβοριασμούς.
Αναπτύσσεται το στάδιο και το θέατρο όπου γίνονται θεατρικές παραστάσεις και ποιητικοί αγώνες, παίζονται έργα διασήμων Ελλήνων δραματουργών Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αισχύλου. Με την Ρωμαιοκρατία 146 π.χ. βουβαμάρα πέφτει εκεί που υπήρχε ζωή και δράση, τιμητικά ψηφίσματα δεν γράφονται, παντού λιβανίζονται οι ρωμαίοι αυτοκράτορες και οι στρατηγοί. Αγάλματα αφιερώνονται τώρα σ’αυτούς και όχι σε έλληνες επιφανείς φιλόσοφους και ποιητές.
Αργότερα, όταν εγκαταλείφθηκε η θρησκεία του Αμφιαράου, το Αμφιάραειο οδηγείται στην αφάνεια. Χωμένο μέσα σε δένδρα και θάμνους και μη έχοντας πόρους συντήρησης και στήριξης μαραζώνει τελειωτικά, αλλά εκτός από αυτό και μια άλλη φοβερή μάστιγα επίκαιρη και στα χρόνια μας επιδρά στον αφανισμό του Αμφιαρείου το αραίωμα του πληθυσμού της Ελλάδας, η ολιγανδρία. Ο Πλούταρχος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στις μέρες του μπορούσε κανείς να περπατάει ώρες ολόκληρες στην Βοιωτία χωρίς να συναντά ψυχή αλλά που και που κανένα βοσκό.
Η φύση παίρνει την εκδίκηση της και επανέρχεται δριμύτερη μη ξεχωρίζοντας την θετική επέμβαση του ανθρώπου από την αρνητική. Εκεί που ο άνθρωπος είχε επέμβει δημιουργικά καλύπτει τα πάντα με πλούσια βλάστηση που πλημμυρίζει το ιερό όπου λατρευτική ο Αμφιάραος , ο ήρωας, ο θεός, ο θεραπευτής, ο μάντης, ο πιο σεβαστός και ευγενής άνδρας μεταξύ των Ελλήνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε ενημερώστε μας για τις εντυπώσεις που σας δημιούργησε το κείμενο...